Εισαγωγή – Introduction

Σκοπός αυτού του βιβλίου είναι να καταστήσει το χρήμα και την ανθρώπινη οικονομία το ίδιο ιερά με όλα τα άλλα πράγματα στο σύμπαν.

Σήμερα συνδέουμε το χρήμα με το ανίερο και υπάρχουν λόγοι γι’ αυτό. Αν κάτι είναι ιερό σε αυτό τον κόσμο, σίγουρα δεν είναι το χρήμα. Το χρήμα εμφανίζεται ως εχθρός των ανώτερων ενστίκτων μας, όπως είναι προφανές κάθε φορά που η σκέψη «Δεν έχω τη δυνατότητα να το κάνω» στέκεται εμπόδιο σε μία παρόρμηση καλοσύνης ή γενναιοδωρίας. Το χρήμα φαίνεται να είναι ο εχθρός του ωραίου, όπως καταδεικνύει ο υποτιμητικός όρος «ξεπούλημα». Το χρήμα εμφανίζεται ως εχθρός κάθε αξιόλογης οικονομικής και πολιτικής μεταρρύθμισης, καθώς η εξουσία της αγοράς κατευθύνει τη νομοθεσία προς την αύξηση των κερδών της. Το χρήμα φαίνεται να καταστρέφει τον πλανήτη, καθώς λεηλατούμε τις θάλασσες, τα δάση, τη γη και κάθε είδος για να θρέψουμε μια απληστία δίχως τέλος.

Τουλάχιστον από την εποχή που ο Ιησούς έδιωξε τους αργυραμοιβούς από το ναό, έχουμε διαισθανθεί ότι υπάρχει κάτι ανίερο σε σχέση με το χρήμα. Όταν οι πολιτικοί επιζητούν το χρήμα αντί για το δημόσιο καλό, τους αποκαλούμε διεφθαρμένους. Δεν είναι τυχαίο πως τα επίθετα «βρώμικο» και «βρωμερό» περιγράφουν το χρήμα. Οι μοναχοί θεωρητικά κρατάνε αποστάσεις από αυτό: «Δεν μπορείτε να υπηρετείτε τον Θεό και τον Μαμμωνά».

Την ίδια στιγμή, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι το χρήμα έχει μία μυστηριώδη, μαγική ιδιότητα, τη δύναμη να μεταβάλλει την ανθρώπινη συμπεριφορά και να συντονίζει την ανθρώπινη δραστηριότητα. Από την αρχαιότητα, οι σκεπτόμενοι άνθρωποι θαυμάζουν την ικανότητα ενός συμβόλου να προσδίδει δύναμη σε ένα μεταλλικό κέρμα ή ένα φύλλο χαρτιού. Δυστυχώς, όταν παρατηρούμε τον κόσμο γύρω μας, είναι δύσκολο να αποφύγουμε το συμπέρασμα ότι η μαγεία του χρήματος είναι μια μαγγανεία.

Προφανώς, αν ήταν να μετατρέψουμε το χρήμα σε κάτι ιερό, δεν αρκεί τίποτα λιγότερο από μία καθολική επανάσταση στο χρήμα, μία μεταμόρφωση της βασικής του φύσης. Δεν είναι μόνο η στάση μας απέναντι στο χρήμα που πρέπει να αλλάξει, όπως κάποιοι γκουρού της αυτοβοήθειας θα μας έκαναν να πιστέψουμε. Αντιθέτως, θα δημιουργήσουμε νέα είδη χρήματος που εκφράζουν και ενισχύουν μία αλλαγή στάσης. Το βιβλίο Ιερά Οικονομικά περιγράφει αυτό το νέο χρήμα και τη νέα οικονομία που θα το αγκαλιάσει. Ερευνά επίσης τη μεταμόρφωση της ανθρώπινης ταυτότητας που αποτελεί αίτιο και αιτιατό της μεταμόρφωσης του χρήματος. Η αλλαγμένη στάση για την οποία μιλάω θα φτάσει μέχρι τον πυρήνα του τι σημαίνει να είναι κάποιος άνθρωπος: περιλαμβάνει πράγματα όπως η κατανόηση του νοήματος της ζωής, ο ρόλος της ανθρωπότητας στον πλανήτη, η σχέση του ατόμου με την κοινωνία των ανθρώπων και της φύσης, ακόμα το τι είναι το άτομο, ο εαυτός. Εξάλλου, αντιλαμβανόμαστε το χρήμα (και την ιδιοκτησία) ως μία προέκταση του εαυτού μας, εξ ου και η κτητική αντωνυμία «μου» για να το περιγράψουμε, η ίδια αντωνυμία που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε τα χέρια και το κεφάλι μας. Τα χρήματά μου, το αυτοκίνητό μου, το χέρι μου, το συκώτι μου. Λάβετε υπόψη την αίσθηση παραβίασης που αισθανόμαστε όταν μας ληστεύουν ή όταν μας «γδέρνουν» σε μια συναλλαγή, σαν να μας αφαίρεσαν ένα κομμάτι του εαυτού μας.

Η μεταμόρφωση του χρήματος από ανίερο σε ιερό – κάτι τόσο βαθιά συνυφασμένο με την ταυτότητά μας, τόσο σημαντικό για τον μηχανισμό του κόσμου – θα είχε ομολογουμένως σημαντικές επιδράσεις. Αλλά τι σημαίνει για το χρήμα ή ο,τιδήποτε άλλο στη θέση του, να είναι ιερό; Γιατί επί της ουσίας είναι το αντίθετο αυτού που έχει φτάσει να θεωρείται ιερό. Για χιλιάδες χρόνια, οι ιδέα του ιερού, του θείου, αναφέρεται ολοένα και περισσότερο σε κάτι το οποίο είναι διαχωρισμένο από τη φύση, από τον κόσμο και από τη σάρκα. Πριν από τρεις ή τέσσερις χιλιάδες χρόνια, οι θεοί ξεκίνησαν μία μετανάστευση από τις λίμνες, τα δάση, τα ποτάμια και τα βουνά, στους αιθέρες και μεταμορφώθηκαν σε μεγαλοπρεπείς κυρίαρχους της φύσης αντί να είναι η ίδια η ουσία της. Καθώς το θείο διαχωρίστηκε από τη φύση, έγινε ανίερο και το να ανακατεύεται πολύ κάποιος με τα εγκόσμια. Το ανθρώπινο ον μεταμορφώθηκε από μία ζωντανή ενσαρκωμένη ψυχή σε ένα βέβηλο περιτύλιγμα, ένα απλό δοχείο του πνεύματος, με αποκορύφωμα το καρτεσιανό «σωματίδιο» συνειδητότητας που παρατηρεί τον κόσμο χωρίς να συμμετέχει σε αυτόν, και τον νευτώνειο Θεό, τον Μέγα Ωρολογοποιό, να κάνει το ίδιο. Το να είναι κάτι θείο σήμαινε να είναι υπερφυσικό, άυλο. Εάν ο Θεός συμμετείχε στον κόσμο με κάποιο τρόπο, ήταν με θαύματα – θείες μεσολαβήσεις που παραβίαζαν ή υπερέβαιναν τους νόμους της φύσης.

Παραδόξως, αυτό το ξέχωρο, αφηρημένο πράγμα που ονομάζουμε ψυχή υποτίθεται ότι είναι αυτό που κινεί τον κόσμο. Ρωτήστε έναν θρησκευόμενο άνθρωπο να σας πει τι αλλάζει όταν κάποιος πεθαίνει, και θα σας πει ότι η ψυχή αφήνει το σώμα. Ρωτήστε τον ποιος δημιουργεί τη βροχή και τον άνεμο, και θα σας πει ότι είναι ο Θεός. Ασφαλώς, ο Γαλιλαίος και ο Νεύτωνας εμφανίζονται να έχουν αποσύρει τον Θεό από αυτές τις καθημερινές διεργασίες, εξηγώντας τις ως τις διεργασίες ενός αχανούς μηχανισμού απρόσωπης δύναμης και μάζας, αλλά ακόμα κι αυτοί χρειάζονταν τον Ωρολογοποιό για ένα πρώτο κούρδισμα, να εμποτίσουν το σύμπαν με τη δυνητική ενέργεια που το τροφοδοτεί έκτοτε. Αυτή η αντίληψη μας ακολουθεί ακόμα και σήμερα ως τη Μεγάλη Έκρηξη, ένα πρωταρχικό γεγονός που αποτελεί πηγή της «αρνητικής εντροπίας» που επιτρέπει την κίνηση και τη ζωή. Όπως και να έχει, η ιδέα που έχει η κουλτούρα μας για την ψυχή και το πνεύμα είναι ότι είναι κάτι ξέχωρο και άυλο, το οποίο όμως μπορεί θαυματουργά να μεσολαβήσει σε υλικά ζητήματα, κι ακόμα ότι τα κινεί και κατευθύνει με έναν μυστήριο τρόπο.

Αποτελεί μέγιστη ειρωνεία κι έχει τεράστια σημασία το ότι το ένα πράγμα στον πλανήτη που μοιάζει περισσότερο από όλα με την παραπάνω σύλληψη του θείου, είναι το χρήμα. Είναι μία αόρατη, αθάνατη δύναμη η οποία περιβάλλει και κατευθύνει τα πάντα, παντοδύναμη και απεριόριστη, ένα «αόρατο χέρι» το οποίο, λέγεται, κινεί τον κόσμο. Ωστόσο, το χρήμα σήμερα είναι κάτι αφηρημένο, στην καλύτερη περίπτωση σύμβολα σε ένα κομμάτι χαρτί αλλά συνήθως απλώς μπιτ σε έναν υπολογιστή. Υπάρχει σε ένα βασίλειο άυλο. Σε αυτό το βασίλειο, εξαιρείται από τους πιο βασικούς νόμους της φύσης γιατί δεν αποσυντίθεται για να επιστρέψει στο χώμα όπως συμβαίνει με όλα τα άλλα πράγματα αλλά αντιθέτως διατηρείται, αναλλοίωτο, στα χρηματοκιβώτια και τα αρχεία υπολογιστών, μπορεί ακόμα και να αυξάνεται όσο περνάει ο καιρός χάρη στον τόκο.

Έχει τις ιδιότητες της αιώνιας διατήρησης και της αύξησης στο διηνεκές, που και οι δύο είναι απόλυτα αφύσικες. Το φυσικό στοιχείο που προσεγγίζει περισσότερο αυτές τις ιδιότητες είναι ο χρυσός, ο οποίος δεν σκουριάζει, ξεθωριάζει ή αποσυντίθεται. Από νωρίς, ο χρυσός χρησιμοποιήθηκε ως χρήμα αλλά και μεταφορικά για να δηλώσει μια θεία ψυχή η οποία είναι αδιάφθορη και αμετάβλητη.

Η θεία και αφηρημένη έννοια του χρήματος, η διάστασή του από τον πραγματικό κόσμο της ύλης, έφτασαν στο απόγειό τους τα πρώτα χρόνια του εικοστού πρώτου αιώνα καθώς η χρηματοπιστωτική οικονομία αποσυνδέθηκε από την πραγματική οικονομία και απέκτησε μια δική της ζωή. Οι μεγάλες περιουσίες στη Γουόλ Στριτ ουδεμία σχέση είχαν με την παραγωγική διαδικασία, δίνοντας την εντύπωση ύπαρξης σε ένα διαφορετικό βασίλειο.

Παρακολουθώντας τους κοινούς θνητούς από το βάθρο τους, οι κεφαλαιούχοι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους «κυρίαρχους του σύμπαντος», διοχετεύοντας τη δύναμη του θεού που υπηρετούσαν για να φέρουν ευημερία ή καταστροφή στις μάζες, να κινήσουν στην κυριολεξία βουνά, να ισοπεδώσουν δάση, να εκτρέψουν ποταμούς, να προκαλέσουν την άνοδο ή την πτώση κρατών. Το χρήμα όμως σύντομα αποδείχθηκε ένας ιδιόρρυθμος θεός. Καθώς γράφω αυτές τις λέξεις, φαίνεται ότι τα όλο και πιο ξέφρενα τελετουργικά που χρησιμοποιεί το ιερατείο του χρηματοπιστωτικού συστήματος για να εξευμενίσει τον θεό του Χρήματος, πέφτουν στο κενό. Όπως ο κλήρος μιας θρησκείας που βρίσκεται στα τελευταία της, προτρέπει τους πιστούς της σε ολοένα και μεγαλύτερες θυσίες ενώ ταυτόχρονα αποδίδει τις ατυχίες είτε στην αμαρτία (άπληστους τραπεζίτες, ανεύθυνους καταναλωτές) είτε στα μυστήρια καπρίτσια του Θεού (τις χρηματαγορές). Αλλά κάποιοι ήδη αποδίδουν ευθύνες στους ίδιους τους ιερείς.

Για αυτό που αποκαλούμε ύφεση, ένας προγενέστερος πολιτισμός μπορεί να έλεγε ότι «Ο Θεός εγκαταλείπει τον κόσμο». Το χρήμα εξαφανίζεται και μαζί του άλλη μία ιδιότητα της ψυχής: η ζωτική ενέργεια του ανθρώπου. Κατά τη συγγραφή αυτή, παντού ανά τον κόσμο οι μηχανές παραμένουν αδρανείς. Τα εργοστάσια βρίσκονται σε παύση εργασιών· ο κατασκευαστικός εξοπλισμός μένει εγκαταλειμμένος σε εργοτάξια· πάρκα και βιβλιοθήκες κλείνουν· κι εκατομμύρια μένουν άστεγοι και πεινασμένοι ενώ την ίδια στιγμή οικιστικές μονάδες παραμένουν ξενοίκιαστες και τρόφιμα σαπίζουν σε αποθήκες. Παρόλα αυτά οι ανθρώπινοι και υλικοί πόροι για το χτίσιμο των σπιτιών, τη διανομή τροφίμων και τη λειτουργία των εργοστασίων εξακολουθούν να υπάρχουν. Είναι περισσότερο κάτι το άυλο, αυτό το πνεύμα που δίνει τη ζωή το οποίο έχει φύγει. Εκείνο που έχει φύγει είναι το χρήμα. Είναι το μόνο πράγμα που λείπει, τόσο ανυπόστατο (με τη μορφή ηλεκτρονίων σε υπολογιστές) που μπορεί να ειπωθεί ότι ούτε καν υφίσταται, αλλά συνάμα τόσο ισχυρό που χωρίς αυτό, η ανθρώπινη παραγωγική διαδικασία παραλύει. Στο ατομικό επίπεδο επίσης, μπορούμε να δούμε την αποθάρρυνση που προκαλεί η έλλειψη χρήματος. Σκεφθείτε το στερεότυπο του άνεργου άντρα, σχεδόν ξαπλωμένου μπροστά στην τηλεόραση με το φανελάκι, πίνοντας μπίρα, σχεδόν ανήμπορου να σηκωθεί από την καρέκλα του. Το χρήμα από ότι φαίνεται, κινεί τόσο τους ανθρώπους όσο και τις μηχανές. Χωρίς αυτό είμαστε αποκαρδιωμένοι.

Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι η έννοια που έχουμε προσδώσει στο θείο έχει προσελκύσει έναν θεό που ταιριάζει σε αυτήν την έννοια, και της έχει δώσει κυριαρχία πάνω στη γη. Διαχωρίζοντας την ψυχή από τη σάρκα, το πνεύμα από την ύλη, και τον Θεό από τη φύση, έχουμε εγκαταστήσει μία κυρίαρχη δύναμη χωρίς ψυχή, που ευνοεί την αποξένωση, ανίερη και αφύσικη. Οπότε όταν μιλάω για τη δημιουργία ιερού χρήματος, δεν επικαλούμαι ένα υπερφυσικό μέσο για να προσδώσω ιερότητα στα άψυχα, γήινα φυσικά στοιχεία. Αντιθέτως, στρέφω το βλέμμα σε μία προγενέστερη εποχή, μια εποχή πριν το διαχωρισμό της ύλης από το πνεύμα, που το ιερό ενδημούσε σε όλα τα πράγματα.

Και τι σημαίνει ιερό; Το ιερό έχει δύο χαρακτηριστικά: τη μοναδικότητα και την ιδιότητα της συσχέτισης. Ένα ιερό αντικείμενο ή ον είναι κάτι ιδιαίτερο, μοναδικό στο είδος του. Άρα είναι απείρως ανεκτίμητο: Δεν αντικαθίσταται. Δεν έχει κάτι ισοδύναμο, και καμία πεπερασμένη «αξία», καθώς η αξία μπορεί να καθοριστεί μόνο μέσω της σύγκρισης. Το χρήμα, όπως όλες οι μονάδες μέτρησης, αποτελεί πρότυπο σύγκρισης.

Αν και μοναδικό, το ιερό δεν μπορεί να διαχωριστεί από όλα εκείνα που συντέλεσαν στη δημιουργία του, από την ιστορία του, και από το μέρος που καταλαμβάνει στο πλέγμα ολόκληρης της ύπαρξης. Μπορεί να σκέφτεστε τώρα ότι στην πραγματικότητα όλα τα πράγματα και όλες οι σχέσεις είναι ιερές. Αυτό μπορεί να ισχύει, αλλά αν και μπορεί να το πιστεύουμε αυτό διανοητικά, δεν το αισθανόμαστε πάντα. Κάποια πράγματα τα αισθανόμαστε ιερά, άλλα όχι. Όταν ισχύει το πρώτο, τα αποκαλούμε ιερά και ο σκοπός τους είναι εντέλει να μας υπενθυμίζει την ιερότητα όλων των πραγμάτων.

Σήμερα ζούμε σε έναν κόσμο που έχει απογυμνωθεί από την ιερότητά του, με αποτέλεσμα ελάχιστα πράγματα να μας υπενθυμίζουν ότι ζούμε σε έναν ιερό κόσμο. Η μαζική παραγωγή, τα τυποποιημένα προϊόντα, τα ολόιδια σπίτια, οι πανομοιότυπες συσκευασίες προϊόντων και οι ανώνυμες σχέσεις με θεσμικούς λειτουργούς , αρνούνται τη μοναδικότητα του κόσμου. Η μακρινή προέλευση των πραγμάτων μας, η ανωνυμία των σχέσεών μας και η έλλειψη ορατών επιπτώσεων στην παραγωγή και την αποκομιδή των αγαθών μας, όλα αυτά αρνούνται την έννοια της συσχέτισης. Το αποτέλεσμα είναι να ζούμε χωρίς την εμπειρία του ιερού. Βεβαίως, από όλα τα πράγματα που αρνούνται τη μοναδικότητα και τη συσχέτιση, το χρήμα έρχεται πρώτο. . Η ίδια η ιδέα ενός νομίσματος γεννήθηκε με σκοπό την τυποποίηση, έτσι ώστε μία δραχμή, ένας στατήρας, ένας σίκλος και ένα γεν να είναι λειτουργικά πανομοιότυπα. Επιπλέον, ως ένα οικουμενικό και αφηρημένο μέσο συναλλαγής, το χρήμα διαχωρίζεται από την προέλευσή του, από τη σύνδεσή του με την ύλη. Ένα δολάριο είναι ένα δολάριο ανεξάρτητα από το ποιος σου το έχει δώσει. Θα θεωρούσαμε παιδαριώδη συμπεριφορά αν κάποιος κατέθετε ένα ποσό στην τράπεζα και το απέσυρε ένα μήνα μετά παραπονούμενος, «Ε, αυτά δεν είναι τα ίδια χρήματα που κατέθεσα! Αυτά τα χαρτονομίσματα είναι διαφορετικά!».

Εξ’ ορισμού λοιπόν, μία εκχρηματισμένη ζωή είναι μία ανίερη ζωή, αφού το χρήμα και τα πράγματα που αγοράζει δεν έχουν τα στοιχεία της ιερότητας. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε μία ντομάτα του σουπερμάρκετ και μίας που προέρχεται από τον κήπο του γείτονα και μου την προσφέρει; Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε ένα προκατασκευασμένο σπίτι κι ένα που έχει χτιστεί με τη δική μου συμμετοχή και από κάποιον που καταλαβαίνει εμένα και τη ζωή μου; Όλες οι ουσιαστικές διαφορές προέρχονται από ιδιαίτερες σχέσεις που ενσωματώνουν τη μοναδικότητα του δότη και του παραλήπτη. Όταν η ζωή είναι γεμάτη από τέτοια πράγματα, φτιαγμένα με φροντίδα, συνδεδεμένα με έναν ιστό ιστοριών για ανθρώπους και τοποθεσίες που γνωρίζουμε, τότε η ζωή αυτή είναι πλούσια και καλλιεργημένη. Σήμερα δεχόμαστε έναν καταιγισμό τυποποίησης και απρόσωπων συναλλαγών. Ακόμα και τα κατά παραγγελίαν προσαρμοσμένα προϊόντα, εφόσον παράγονται μαζικά, προσφέρουν μόνο μερικές παραλλαγές των ίδιων τυποποιημένων στοιχείων. Αυτή η ομοιότητα νεκρώνει την ψυχή και ευτελίζει τη ζωή.

Η παρουσία του ιερού είναι σαν να επιστρέφουμε σε ένα σπίτι που πάντα ήταν εκεί και σε μία αλήθεια που πάντα υπήρχε. Μπορεί να συμβεί όταν παρατηρώ ένα έντομο ή ένα φυτό, όταν ακούω μία συμφωνία από τιτιβίσματα πουλιών ή κοάσματα βατράχων, όταν αισθάνομαι τη λάσπη ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών μου, όταν παρατηρώ ένα όμορφο χειροποίητο αντικείμενο, όταν αντιλαμβάνομαι την απίθανα οργανωμένη πολυπλοκότητα ενός κυττάρου ή ενός οικοσυστήματος, όταν γίνομαι μάρτυρας μιας συγχρονικότητας ή ενός συμβόλου στη ζωή μου, όταν παρακολουθώ ευτυχισμένα παιδιά να παίζουν ή όταν συγκινούμαι από το έργο μιας μεγαλοφυΐας. Όσο εξωπραγματικές κι αν είναι αυτές οι εμπειρίες, δεν είναι με κανέναν τρόπο διαχωρισμένες από την υπόλοιπη ζωή. Μάλιστα, η δύναμή τους προέρχεται από ακριβώς από τη ματιά που προσφέρουν προς ένα πιο αληθινό κόσμο, έναν ιερό κόσμο που αποτελεί το θεμέλιο του δικού μας κόσμου και τον αλληλοδιαπερνά.

Ποιο είναι αυτό το «σπίτι που πάντα ήταν εκεί», αυτή «η αλήθεια που πάντα υπήρχε»; Είναι η αλήθεια της ενότητας και της σύνδεσης των πάντων, και το συναίσθημα είναι εκείνο της συμμετοχής σε κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό μας, που όμως είναι επίσης ο εαυτός μας. Στην οικολογία, αυτή είναι η αρχή της αλληλεξάρτησης: πως όλα τα πλάσματα εξαρτώνται για την επιβίωση τους από ένα πλέγμα άλλων πλασμάτων που τα περιβάλλει, και που εκτείνεται μέχρι να περιβάλει ολόκληρο τον πλανήτη. Η εξαφάνιση οποιουδήποτε είδους ελαττώνει τη δική μας ολότητα, την υγεία μας, τους εαυτούς μας· κάτι από την ίδια την ύπαρξή μας χάνεται.

Εάν το ιερό αποτελεί την πύλη για τη βαθύτερη ενότητα όλων των πραγμάτων, αποτελεί επίσης την πύλη για την μοναδικότητα και την ιδιαιτερότητα του κάθε πράγματος. Ένα ιερό αντικείμενο είναι μοναδικό· φέρει ένα μοναδικό στοιχείο που δεν μπορεί να αναχθεί σε μία σειρά από τυποποιημένες ιδιότητες. Για αυτό και η επιστήμη του αναγωγισμού φαίνεται να αφαιρεί από τον κόσμο την ιερότητά του, καθώς τα πάντα ανάγονται στο συνδυασμό μιας μικρής ομάδας τυποποιημένων δομικών στοιχείων. Αυτή η σύλληψη καθρεφτίζει το οικονομικό μας σύστημα, που το ίδιο αποτελείται κυρίως από τυποποιημένα προϊόντα, περιγραφές θέσεων εργασίας, διαδικασίες, πληροφορίες, τυποποιημένα εισερχόμενα και εξερχόμενα, και το πιο τυποποιημένο από όλα – το χρήμα, η απόλυτη αφηρημένη έννοια. Σε προγενέστερες εποχές δεν ήταν έτσι. Οι ιθαγενείς έβλεπαν πρωταρχικά το κάθε πλάσμα όχι ως μέλος μίας κατηγορίας, αλλά ως ένα μοναδικό άτομο με ψυχή. Ακόμα και οι βράχοι, τα σύννεφα, και οι φαινομενικά πανομοιότυπες σταγόνες βροχής θεωρούνταν μοναδικά όντα που είχαν την ικανότητα να αισθάνονται. Τα χειροποίητα προϊόντα θεωρούνταν επίσης μοναδικά, με τις χαρακτηριστικές ανωμαλίες τους να είναι η υπογραφή του δημιουργού. Εδώ βρίσκεται ο σύνδεσμος ανάμεσα στις δύο ιδιότητες του ιερού, τη σύνδεση και τη μοναδικότητα: τα μοναδικά αντικείμενα διατηρούν το σημάδι της προέλευσής τους, τη μοναδική τους θέση στο μεγάλο μωσαϊκό της ύπαρξης, της εξάρτησής τους από την υπόλοιπη δημιουργία για την ύπαρξή τους. Τα τυποποιημένα αντικείμενα, τα προϊόντα, είναι ομοιόμορφα και γι’ αυτό αποκομμένα από τις σχέσεις.

Στο βιβλίο αυτό θα περιγράψω το όραμα ενός νομισματικού συστήματος και ενός οικονομικού συστήματος που είναι ιερό, που εκφράζει την αλληλοσύνδεση και τη μοναδικότητα όλων των πραγμάτων. Δεν θα είναι πια διαχωρισμένο, ούτε στη θεωρία ούτε στην πράξη, από το φυσικό «σχήμα» που βρίσκεται στη βάση του. Επανασυνδέει τα προ πολλού αποκομμένα βασίλεια του ανθρώπου και της φύσης· είναι μία προέκταση της οικολογίας που υπακούει σε όλους τους νόμους της και φέρει όλη της την ομορφιά.

Σε κάθε θεσμό του πολιτισμού μας, όσο άσχημος ή διεφθαρμένος κι αν είναι, υπάρχει ο σπόρος τα ομορφιάς: η ίδια νότα σε υψηλότερη οκτάβα. Το χρήμα δεν αποτελεί εξαίρεση. Πρωταρχικός σκοπός του είναι απλώς  να συνδέει τα ανθρώπινα δώρα με τις ανθρώπινες ανάγκες, για να μπορέσουμε όλοι να ζήσουμε με μεγαλύτερη αφθονία. Πως έγινε και το χρήμα έφτασε να παράγει έλλειψη αντί για αφθονία, διάσταση αντί για σύνδεση, είναι ένα από τα νήματα αυτού του βιβλίου. Παρόλα αυτά, ανεξάρτητα από εκείνο στο οποίο έχει μετατραπεί, στο αρχικό ιδεώδες του χρήματος ως κομιστή του δώρου μπορούμε να πάρουμε μια γεύση του τι θα ξανακάνει μια μέρα το χρήμα ιερό Αναγνωρίζουμε την ανταλλαγή των δώρων ως μία ιερή περίσταση, που είναι και ο λόγος που ενστικτωδώς δημιουργούμε μια ιεροτελεστία γύρω από την ανταλλαγή δώρων. Το ιερό χρήμα, θα είναι τότε, ένα μέσο προσφοράς, ένας τρόπος για να εμποτίσουμε την παγκόσμια οικονομία με το πνεύμα του δώρου που χαρακτήριζε τις κουλτούρες των φυλών και των χωριών, κι εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να υπάρχει οπουδήποτε οι άνθρωποι κάνουν πράγματα ο ένας για τον άλλον εκτός έξω από το χρηματοοικονομικό σύστημα.

Τα Ιερά Οικονομικά περιγράφουν αυτό το μέλλον κι επίσης σχεδιάζουν έναν πρακτικό τρόπο να φτάσουμε εκεί. Εδώ και αρκετό καιρό κουράστηκα να διαβάζω βιβλία που κριτικάριζαν κάποιο στοιχείο της κοινωνίας μας χωρίς να προσφέρουν κάποια θετική εναλλακτική λύση. Ύστερα κουράστηκα να διαβάζω βιβλία που πρόσφεραν μια θετική εναλλακτική λύση που έδειχνε αδύνατη στην εφαρμογή της: «Πρέπει να μειώσουμε τις εκπομπές άνθρακα κατά 90%». Κατόπιν, κουράστηκα να διαβάζω που πρόσφεραν μια εφικτή εναλλακτική λύση αλλά που δεν εξηγούσαν εκείνο που εγώ, προσωπικά, μπορούσα να κάνω για να το καταφέρω. Τα Ιερά Οικονομικά λειτουργούν και στα τέσσερα αυτά επίπεδα: Προσφέρουν μία θεμελιώδη ανάλυση του τι έχει πάει στραβά με το χρήμα· περιγράφουν έναν πιο όμορφο κόσμο βασισμένο σε ένα διαφορετικό είδος χρήματος και μία διαφορετική οικονομία· εξηγούν τις αναγκαίες συλλογικές ενέργειες για τη δημιουργία αυτού το κόσμου και τα μέσα με τα οποία αυτές οι ενέργειες μπορούν να υλοποιηθούν· και διερευνά τις προσωπικές διαστάσεις της παγκόσμιας μεταμόρφωσης, τις αλλαγές στην ταυτότητα και την ύπαρξη που εγώ αποκαλώ «η ζωή μέσα στα δώρα».

Η μεταμόρφωση του χρήματος δεν αποτελεί πανάκεια για τα στραβά του κόσμου, ούτε πρέπει να πάρει το προβάδισμα σε σχέση με άλλα πεδία ακτιβισμού. Μία απλή αναδιάταξη στα μπιτ των υπολογιστών δεν θα εξαλείψει την πολύ αληθινή υλική και κοινωνική καταστροφή που σαρώνει τον πλανήτη μας. Ωστόσο, ούτε η επανορθωτική εργασία που απαιτείται σε οποιοδήποτε άλλο πεδίο, μπορεί να είναι επιτυχημένη χωρίς μία αντίστοιχη μεταμόρφωση του χρήματος, τόσο βαθιά που είναι ριζωμένο στους κοινωνικούς θεσμούς και τις συνήθειες της ζωής. Οι οικονομικές αλλαγές που περιγράφω αποτελούν μέρος μιας τεράστιας αλλαγής που περικλείει τα πάντα και που δεν θα αφήσει καμία πτυχή της ζωής ανεπηρέαστη.

Η ανθρωπότητα τώρα μόλις αρχίζει να αφυπνίζεται σε σχέση με το πραγματικό μέγεθος της κρίσης που αντιμετωπίζουμε. Αν η οικονομική μεταμόρφωση που θα περιγράψω δείχνει αποτέλεσμα θαύματος, είναι επειδή χρειάζεται τουλάχιστον ένα θαύμα για να θεραπευτεί ο κόσμος μας. Σε όλα τα πεδία, από το χρήμα έως την οικολογική θεραπεία, από την πολιτική έως την τεχνολογία και την ιατρική, χρειαζόμαστε λύσεις που υπερβαίνουν τα σημερινά όρια του εφικτού. Ευτυχώς, καθώς ο παλιός κόσμος γκρεμίζεται, η γνώση μας σε σχέση με το τι είναι εφικτό αυξάνεται, και μαζί της αυξάνεται το θάρρος μας και η προθυμία μας να δράσουμε. Η παρούσα σύγκλιση πολλών κρίσεων στο χρήμα, την ενέργεια, την εκπαίδευση, την υγεία, το νερό, τη γη, το κλίμα, την πολιτική, το περιβάλλον, και όχι μόνο – είναι η κρίση μιας γέννησης, που μας εξωθεί από τον παλιό κόσμο σε έναν νέο. Αναπόφευκτα, αυτές οι κρίσεις εισβάλουν στην προσωπική μας ζωή, ο κόσμος μας καταρρέει, κι εμείς με τη σειρά μας γεννιόμαστε σε έναν νέο κόσμο, με μία νέα ταυτότητα. Για το λόγο αυτό πολλοί άνθρωποι διαισθάνονται μία πνευματική διάσταση στην πλανητική κρίση, ακόμα και στην οικονομική κρίση. Όλοι διαισθανόμαστε ότι το «φυσιολογικό» δεν πρόκειται να επιστρέψει, ότι γεννιόμαστε σε ένα νέο φυσιολογικό: ένα νέο είδος κοινωνίας, μία νέα σχέση με τη γη, μία νέα εμπειρία του να είμαστε άνθρωποι.

Αφιερώνω όλη μου την εργασία στον πιο όμορφο κόσμο που οι καρδιά μας λέει ότι είναι εφικτός. Λέω «οι καρδιά μας», επειδή ο νους μας μερικές φορές μας λέει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν. Ο νους μας αμφιβάλλει πως τα πράγματα θα είναι πολύ διαφορετικά από τα όσα η εμπειρία μας έχει διδάξει. Μπορεί να αισθανθείτε ένα κύμα κυνισμού, απέχθειας, ή απόγνωσης ενώ διαβάζετε τη δική μου περιγραφή μιας ιερής οικονομίας. Μπορεί να αισθανθείτε την παρόρμηση να απορρίψετε τα όσα γράφω ως απελπιστικά ιδεαλιστικά. Η αλήθεια είναι ότι κι εγώ μπήκα στον πειρασμό να μετριάσω την περιγραφή μου, να την κάνω πιο αληθοφανή, πιο αξιόπιστη, πιο ευθυγραμμισμένη με τις χαμηλές προσδοκίες μας για το πώς μπορούν να γίνουν η ζωή και ο κόσμος μας. Αλλά μια τέτοια ασθενής εκδοχή δεν θα ήταν η αλήθεια. Χρησιμοποιώντας τα εργαλεία του νου, θα μιλήσω για αυτά που είναι μέσα στην καρδιά μου. Μέσα στην καρδιά μου γνωρίζω ότι μία οικονομία και μία κοινωνία τόσο όμορφη είναι δυνατόν να δημιουργηθούν από εμάς – και πράγματι, οτιδήποτε λιγότερο δεν είναι αντάξιό μας. Είμαστε τόσο απελπισμένοι που θα επιδιώκαμε ο,τιδήποτε λιγότερο από έναν ιερό κόσμο;