ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΤΟΚΟΓΛΥΦΙΑΣ (Part 1)
Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα παράδοξο. Από τη μία το χρήμα αποτελεί σύμβολο ευγνωμοσύνης κι εμπιστοσύνης, έναν μεσάζοντα για την κάλυψη αναγκών με δώρα, έναν διαμεσολαβητή ανταλλαγών που υπό άλλες συνθήκες δεν θα λάμβαναν χώρα. Ως τέτοιο, θα έπρεπε να μας κάνει όλους πιο πλούσιους. Ωστόσο, αποτυγχάνει. Αντιθέτως, οδηγεί στην ανασφάλεια, στη φτώχεια, και στην εκποίηση των πολιτιστικών και φυσικών κοινών αγαθών. Γιατί όμως; Τα αίτια για αυτά τα πράγματα βρίσκονται βαθιά, στον πυρήνα του σύγχρονου χρηματικού συστήματος. Αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του τρόπου με τον οποίο το χρήμα δημιουργείται και κυκλοφορεί σήμερα, και κεντρικός άξονας αυτού του συστήματος είναι η τοκογλυφία, περισσότερο γνωστή ως τόκος. Η τοκογλυφία αποτελεί το εκ διαμέτρου αντίθετο του δώρου, γιατί αντί να προσφέρει στους άλλους όταν κάποιος έχει περισσότερα από όσα χρειάζεται, η τοκογλυφία εκμεταλλεύεται τη δύναμη της ιδιοκτησίας για να αποκομίσει ακόμα περισσότερα κέρδη – να πάρει και όχι να δώσει. Όπως θα δούμε, η τοκογλυφία αποτελεί το αντίθετο του δώρου τόσο ως προς τα αποτελέσματα όσο και ως προς τα κίνητρά της. Η τοκογλυφία σήμερα είναι συνυφασμένη με το χρήμα, από τη στιγμή της δημιουργίας του τελευταίου. Το χρήμα δημιουργείται από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα (ή την ΕΚΤ ή κάποια άλλη κεντρική τράπεζα) με την αγορά έντοκων χρεογράφων (παραδοσιακά, τα εθνικά ομόλογα, αλλά πιο πρόσφατα και διάφορα πιο εξωτικά χρεόγραφα και επισφαλή χρηματοπιστωτικά προϊόντα) στις αγορές. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα ή μια κεντρική τράπεζα δημιουργεί αυτό το νέο χρήμα από το πουθενά, με μια μία κίνηση του μολυβιού (ή με το πάτημα ενός πλήκτρου). Για παράδειγμα, όταν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα αγόρασε 290 δις δολάρια χρεογράφων που διασφαλίζονταν με υποθήκη από την Deutsche Bank το 2008, δεν χρησιμοποίησε υφιστάμενο χρήμα για την αγορά τους· δημιούργησε νέο χρήμα ως λογιστική εγγραφή στον λογαριασμό της Deutsche Bank. Αυτό αποτελεί το πρώτο βήμα στη δημιουργία χρήματος. Ό,τι αγοράζει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα ή μία κεντρική τράπεζα, είναι πάντα με τη μορφή έντοκου χρεογράφου. Με άλλα λόγια, αυτό σημαίνει πως το χρήμα που δημιουργείται συνοδεύεται από χρέος, και το χρέος αυτό πάντα είναι περισσότερο από το χρήμα που δημιουργείται. Το είδος του χρήματος που μόλις περιέγραψα είναι γνωστό ως η «νομισματική βάση», ή M0. Υφίσταται ως τραπεζικά αποθεματικά (και ως μετρητά). Το δεύτερο βήμα συντελείται όταν μία τράπεζα χορηγεί δάνειο σε μία επιχείρηση ή έναν ιδιώτη. Εδώ πάλι, δημιουργείται νέο χρήμα ως λογιστική εγγραφή στον λογαριασμό του δανειστή. Όταν μία τράπεζα χορηγεί δάνειο για ένα εκατομμύριο δολάρια, δεν παίρνει τα χρήματα αυτά από κάποιον άλλο λογαριασμό· απλώς δημιουργεί μία εγγραφή από το πουθενά. Δημιουργούνται ένα εκατομμύριο δολάρια νέου χρήματος – και περισσότερα από ένα εκατομμύριο δολάρια χρέους.(1) Αυτό το νέο χρήμα είναι γνωστό ως M1 ή M2 (εξαρτάται από το είδος του τραπεζικού λογαριασμού στον οποίο βρίσκεται). Είναι χρήμα το οποίο όντως ξοδεύεται στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών, εξοπλισμού, για την πληρωμή μισθών και ούτω καθεξής, Η παραπάνω περιγραφή του πως δημιουργείται το χρήμα, αν και ευρέως αποδεκτή, δεν είναι απόλυτα ακριβής. Στο παράρτημα κάνω πιο εκτενή αναφορά στις λεπτομέρειες. Όμως αρκεί προς το παρόν, μιας και έχει όση ακρίβεια χρειάζεται στο πλαίσιο περιγραφής των συνεπειών της τοκογλυφίας.
ΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΑΡΑΒΟΛΗ Η τοκογλυφία δημιουργεί τη σημερινή ενδημική έλλειψη και τροφοδοτεί τον αδηφάγο μηχανισμό της αέναης, εκθετικής ανάπτυξης. Για να εξηγήσω το πως, θα ξεκινήσω με μία παραβολή του εξαιρετικού οικονομικού οραματιστή Bernard Lietaer τίτλο “The Eleventh Round” από το βιβλίο του The Future of Money. Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα μικρό χωριό της Αυστραλίας, οι άνθρωποι συναλλάσσονταν αποκλειστικά με αντιπραγματισμό. Καθημερινά, ο κόσμος περιφερόταν στην αγορά με κοτόπουλα, αβγά, χοιρομέρι, και φραντζόλες και όλοι έπαιρναν μέρος σε παρατεταμένες διαπραγματεύσεις για να ανταλλάξουν ότι χρειάζονταν. Σε συγκεκριμένες περιόδους του έτους, όπως κατά τη συγκομιδή ή όταν ένας αχυρώνας χρειαζόταν εκτεταμένες επισκευές μετά από μια καταιγίδα, ο κόσμος θυμόταν την παράδοση του να βοηθά ο ένας τον άλλον που είχαν φέρει από την παλιά πατρίδα. Γνώριζαν πως αν οι ίδιοι είχαν κάποιο πρόβλημα στο μέλλον, οι άλλοι θα τους βοηθούσαν με τη σειρά τους. Μία μέρα εμφανίστηκε στην αγορά ένας ξένος με μαύρα, γυαλιστερά παπούτσια και ένα κομψό λευκό καπέλο, και τους παρατηρούσε με ένα σαρδόνιο χαμόγελο. Όταν είδε έναν αγρότη να κυνηγάει έξι κοτόπουλα που του είχαν ξεφύγει, προκειμένου να τα ανταλλάξει για ένα μεγάλο κομμάτι χοιρομέρι, δυσκολεύτηκε να συγκρατήσει τα γέλια του. «Καημένοι άνθρωποι», μονολόγησε, «πόσο πρωτόγονοι είναι». Η γυναίκα του αγρότη τον άκουσε και προκάλεσε τον ξένο λέγοντάς του, «Πιστεύεις ότι μπορείς να χειριστείς καλύτερα τα κοτόπουλα;». «Τα κοτόπουλα όχι», απάντησε ο ξένος. «Αλλά υπάρχει ένας πολύ καλύτερος τρόπος για να τελειώνουμε με όλη αυτή η φασαρία». «Α ναι, πως μπορεί να γίνει αυτό;» ρώτησε η γυναίκα. «Βλέπεις αυτό εκεί το δέντρο;» λέει ο ξένος. «Λοιπόν, εγώ θα πάω εκεί και θα περιμένω έναν από εσάς να μου φέρει μία μεγάλη βακέτα (επεξεργασμένο δέρμα μοσχαριού). Μετά πες σε κάθε οικογένεια να με επισκεφτεί. Θα σας εξηγήσω τον καλύτερο τρόπο». Έτσι κι έγινε. Πήρε τη βακέτα, την έκοψε σε τέλεια κυκλικά κομμάτια, και έβαλε μία περίτεχνη σφραγίδα σε καθένα από αυτά. Μετά έδωσε σε κάθε οικογένεια από 10 κομμάτια και εξήγησε ότι καθένα από αυτά αντιπροσωπεύει την αξία ενός κοτόπουλου. «Τώρα μπορείτε να συναλλάσσεστε με αυτά αντί να χρησιμοποιείτε τα ίδια τα κοτόπουλα», τους εξήγησε. Ήταν λογικό. Όλοι εντυπωσιάστηκαν από τον άντρα με τα γυαλιστερά παπούτσια και το εντυπωσιακό καπέλο. «Α, και μία λεπτομέρεια», πρόσθεσε αφού είχε δώσει 10 κομμάτια σε κάθε οικογένεια, «σε έναν χρόνο από τώρα, θα επιστρέψω και θα καθίσω κάτω από αυτό το ίδιο δέντρο. Θέλω ο καθένας σας να μου επιστρέψει 11 κομμάτια. Το 11ο κομμάτι είναι μία ένδειξη ευγνωμοσύνης για την τεχνολογική βελτίωση που έφερα στη ζωή σας». «Όμως από πού θα προέλθει το 11ο κομμάτι;» τον ρώτησε ο αγρότης με τα έξι κοτόπουλα. «Θα δείτε», απάντησε ο άντρας με ένα καθησυχαστικό χαμόγελο. Αν υποθέσουμε ότι ο πληθυσμός και η ετήσια παραγωγή παραμείνουν ακριβώς στα ίδια επίπεδα τον επόμενο χρόνο, τι νομίζετε ότι θα συμβεί; Θυμηθείτε, το 11ο κομμάτι ουδέποτε δημιουργήθηκε. Άρα, το συμπέρασμα είναι ότι μία από τις 11 οικογένειες θα πρέπει να χάσει όλα τα κομμάτια της, ακόμα κι αν όλοι διαχειριστούν τις υποθέσεις τους υπεύθυνα, προκειμένου να μπορέσουν οι άλλες 10 οικογένειες να βρουν το 11ο κομμάτι. Οπότε όταν μία καταιγίδα απείλησε τη σοδειά μιας από τις οικογένειες, οι άλλες οικογένειες ήταν λιγότερο πρόθυμες να τη βοηθήσουν να τη μαζέψει προτού καταστραφεί. Αν και ήταν πολύ πιο πρακτικό να ανταλλάσσονται τα κυκλικά κομμάτια δέρματος στην αγορά αντί για τα κοτόπουλα, το νέο αυτό «παιχνίδι» είχε την απροσχεδίαστη παρενέργεια να αποθαρρύνει τους χωρικούς από το να συνεργάζονται και να βοηθούν ο ένας τον άλλον όπως ήταν παράδοση στον τόπο τους. Αντιθέτως, αυτό το νέο παιχνίδι του χρήματος άρχισε να δημιουργεί έναν συστημικό υπόγειο ανταγωνισμό μεταξύ των χωρικών. Αυτή η παραβολή μας δείχνει πως ο ανταγωνισμός, η ανασφάλεια και η απληστία αποτελούν ανεπιθύμητες παρενέργειες της οικονομίας μας εξαιτίας του τόκου. Δεν μπορούν να εξαλειφθούν για όσο καιρό τα αναγκαία για τη ζωή θα εκφράζονται σε έντοκες νομισματικές μονάδες. Αλλά ας συνεχίσουμε τώρα την ιστορία μας για να δείξουμε πως ο τόκος δημιουργεί επίσης μία ατελείωτη πίεση για μία οικονομική, αναπτυξιακή γιγάντωση στο διηνεκές. Υπάρχουν τρεις τρόποι με τους οποίους μπορεί να τελειώσει η ιστορία του Lietaer: με τη χρεοκοπία, με μία αύξηση στην προσφορά του χρήματος, ή με μία αναδιανομή πλούτου. Κάποια από τις έντεκα οικογένειες θα μπορούσε να χρεοκοπήσει και να παραδώσει τη γη της στον άνθρωπο με το καπέλο (τον τραπεζίτη), εκείνος θα μπορούσε να τους προμηθεύσει με περισσότερο χρήμα, ή οι χωρικοί θα μπορούσαν να τον καλύψουν με πίσσα και πούπουλα και να αρνηθούν να τον ξεπληρώσουν. Τα ίδια ακριβώς διλήμματα αντιμετωπίζει οποιαδήποτε οικονομία που βασίζεται στην τοκογλυφία. Φανταστείτε τώρα πως οι χωρικοί συγκεντρώνονται γύρω από τον άνθρωπο με το καπέλο και λένε, «Κύριε, μπορείτε να κόψετε και να σφραγίσετε μερικά ακόμα κομμάτια δέρματος για να μην αναγκαστεί κανείς να χρεοκοπήσει;” Ο άντρας λέει, «Θα το κάνω, αλλά μόνο για όσους μπορούν να εγγυηθούν ότι θα με ξεπληρώσουν. Μια και κάθε κομμάτι έχει την αξία ενός κοτόπουλου, θα δανείσω νέα κομμάτια μόνο σε εκείνους που έχουν περισσότερα κοτόπουλα από τον αριθμό των κομματιών που μου οφείλουν. Με αυτόν τον τρόπο, αν δεν με ξεπληρώσουν, μπορώ να κατασχέσω τα κοτόπουλά τους. Α, κι επειδή είμαι καλός άνθρωπος, θα δημιουργήσω νέα κομμάτια και για όσους δεν έχουν επιπλέον κοτόπουλα τώρα, εφόσον μπορέσουν να με πείσουν ότι θα εκθρέψουν περισσότερα στο μέλλον. Για αυτό δείξτε μου το επιχειρηματικό σας σχέδιο! Δείξτε μου ότι είστε φερέγγυοι (ένας χωρικός μπορεί να συντάξει ‘δελτία πιστωτικών πληροφοριών’ για να σας βοηθήσει να το πετύχετε). Θα σας δανείσω με 10 τοις εκατό – αν είστε ικανοί εκτροφείς, θα μπορέσετε να αυξήσετε τον αριθμό των κοτόπουλων κατά 20% ανά έτος, να με ξεπληρώσετε αλλά και να πλουτίσετε και οι ίδιοι». Οι χωρικοί ρωτούν, «Αυτό μας ακούγεται εντάξει, αλλά από τη στιγμή που τα νέα κομμάτια θα έχουν κι αυτά 10% τόκο, ούτε κι αυτά δεν θα επαρκούν για να σε ξεπληρώσουμε». «Αυτό δεν θα είναι πρόβλημα», λέει ο άντρας. «Βλέπετε, όταν έρθει η ώρα, θα δημιουργήσω νέα κομμάτια, κι όταν αυτά είναι να ξεπληρωθούν, θα δημιουργήσω ακόμα περισσότερα. Πάντα θα είμαι πρόθυμος να δημιουργήσω και να δανείσω νέα κομμάτια. Φυσικά, εσείς με τη σειρά σας, αυτό που οφείλετε να κάνετε είναι να εκτρέφετε περισσότερα κοτόπουλα, κι εφόσον αυξάνονται διαρκώς οι αριθμοί τους, ουδέποτε θα υπάρξει πρόβλημα». Ένα παιδί τον πλησιάζει και λέει, «Συγνώμη κύριε, η οικογένειά μου έχει αρρωστήσει και δεν έχουμε αρκετά κομμάτια για να αγοράσουμε φαγητό. Μπορείτε να μου δανείσετε μερικά καινούρια κομμάτια;» «Λυπάμαι», λέει ο άντρας, «αυτό δεν μπορώ να το κάνω. Βλέπεις, μπορώ να δημιουργήσω νέα κομμάτια μόνο για όσους θα είναι σε θέση να με ξεπληρώσουν. Βεβαίως, στην περίπτωση που η οικογένειά σου έχει μερικά κοτόπουλα που μπορεί να προσφέρει ως εγγύηση, ή αν μπορείς να μου αποδείξεις ότι θα είσαι σε θέση να εργαστείς λίγο πιο σκληρά για να εκθρέψεις περισσότερα κοτόπουλα, τότε με μεγάλη μου ευχαρίστηση θα σου δώσω τα κομμάτια». Με ορισμένες ατυχείς εξαιρέσεις, το σύστημα δούλεψε καλά για ένα διάστημα. Οι χωρικοί αύξησαν τον αριθμό των ζωντανών με τον ρυθμό που χρειαζόταν για να ξεπληρώσουν τον άντρα με το καπέλο. Κάποιοι, για διάφορους λόγους – κακή τύχη ή ανικανότητα – χρεοκόπησαν, και οι πιο τυχεροί, πιο ικανοί γείτονές τους αγόρασαν τα αγροκτήματά τους και τους προσέλαβαν στη δούλεψή τους. Συνολικά όμως, τα κοτόπουλα αυξάνονταν κατά 10% ετησίως σε αντιστοιχία με την προσφορά χρήματος. Το χωριό και τα εκτροφεία με τα κοτόπουλα είχαν μεγαλώσει τόσο πολύ που ο άντρας με το καπέλο απέκτησε ομοϊδεάτες, κι όλοι μαζί έκοβαν νέο «νόμισμα» δανείζοντάς το σε όποιον είχε ένα αξιόπιστο σχέδιο εκτροφής ακόμα περισσότερων κοτόπουλων. Από καιρό σε καιρό, εμφανίζονταν προβλήματα. Πρωτίστως, έγινε προφανές ότι δεν υπήρχε ανάγκη για όλα αυτά τα κοτόπουλα. «Έχουμε βαρεθεί τα αυγά», γκρίνιαζαν τα παιδιά. «Σε κάθε δωμάτιο του σπιτιού έχουμε από ένα κρεβάτι με στρώμα φτιαγμένο από πούπουλα τώρα», διαμαρτύρονταν οι νοικοκυρές. Προκειμένου να συνεχίσει να αυξάνεται ο ρυθμός κατανάλωσης των προϊόντων από την εκτροφή των κοτόπουλων, οι χωρικοί επινόησαν ένα σωρό νέες ανάγκες. Έγινε της μόδας η αγορά ενός νέου πουπουλένιου στρώματος κάθε μήνα, και μεγαλύτερων σπιτιών για την τοποθέτησή τους, και η αγορά περισσότερων εκτάσεων γης για την εκτροφή. Άρχισαν να δημιουργούνται διενέξεις με γειτονικά χωριά που λύνονταν με μάχες ρίψης αυγών. «Πρέπει να δημιουργήσουμε νέες αγορές για τα κοτόπουλα!» φώναζε ο δήμαρχος, που ήταν ο γαμπρός του άντρα με το καπέλο. «Με αυτόν τον τρόπο θα συνεχίσουμε να πλουτίζουμε». Μια μέρα, ένας από τους χωρικούς της παλιάς σχολής αντιλήφθηκε ένα νέο πρόβλημα. Εκεί που κάποτε υπήρχαν εύφορα, πράσινα χωράφια γύρω από το χωριό, τώρα υπήρχαν μόνο, καφέ, λασπωμένες, βρώμικες εκτάσεις γης. Όλη η βλάστηση είχε αντικατασταθεί από εκτάσεις καλλιέργειας δημητριακών για τα κοτόπουλα. Οι λίμνες και τα ρυάκια, που κάποτε έσφυζαν από ζωή, ήταν πλέον δυσώδεις αποχετεύσεις κοπριάς. Και είπε, «Αυτό πρέπει να σταματήσει! Αν συνεχίσουμε να αυξάνουμε την παραγωγή, σύντομα θα πνιγούμε από τα περιττώματα!» Ο άντρας με τον καπέλο τον τράβηξε παράμερα και με καθησυχαστικό τόνο, του είπε, «Μην ανησυχείς, υπάρχει ένα άλλο χωριό, εκεί, πέρα από τον δρόμο με άφθονα εύφορα χωράφια. Οι άντρες του χωριού μας σχεδιάζουν να αναθέσουν την εκτροφή κοτόπουλων σε αυτούς. Σε περίπτωση που δεν συμφωνήσουν … ε, είμαστε περισσότεροι απ’ αυτούς. Όπως και να έχει, δεν μπορείς να το εννοείς σοβαρά να σταματήσουμε την ανάπτυξη. Σε αυτή την περίπτωση, πως θα μπορέσουν οι γείτονές σου να ξεπληρώσουν τα χρέη τους; Πως θα μπορέσω εγώ να κόψω νέα νομίσματα; Ακόμα κι εγώ θα χρεοκοπήσω.» Με τον τρόπο αυτό λοιπόν, το ένα μετά το άλλο, όλα τα χωριά της περιοχής μετατράπηκαν σε δυσώδεις βόθρους με αμέτρητα κοτόπουλα που κανείς στην πραγματικότητα δεν χρειαζόταν, και τα χωριά πολεμούσαν το ένα το άλλο για τα ελάχιστα εναπομείναντα χωράφια που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν μερικά ακόμα χρόνια ανάπτυξης. Ωστόσο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές τους να διατηρήσουν τον ρυθμό ανάπτυξης, υπήρξε μία επιβράδυνση. Με την επιβράδυνση αυτή, άρχισε να αυξάνεται το χρέος σε αναλογία με τα εισοδήματα, έως ότου πολλοί άνθρωποι αναγκάστηκαν να ξοδέψουν όλα τους τα χρήματα μόνο και μόνο για να ξεπληρώσουν τον άνθρωπο με το καπέλο. Πολλοί ήταν εκείνοι που χρεοκόπησαν και χρειάστηκε να εργαστούν με μισθούς πείνας για εργοδότες που οι ίδιοι μετά βίας ήταν σε θέση να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους στον άντρα με το καπέλο. Υπήρχαν ολοένα και λιγότεροι άνθρωποι με τη δυνατότητα να αγοράσουν προϊόντα από κοτόπουλα, δυσκολεύοντας ακόμα περισσότερο τη διατήρηση της ζήτησής τους και του ρυθμού ανάπτυξης. Σε ένα περιβάλλον υπεραφθονίας σε κοτόπουλα, αυξάνονταν συνεχώς οι άνθρωποι που μετά βίας μπορούσαν να επιβιώσουν, δημιουργώντας το παράδοξο της έλλειψης εν μέσω αφθονίας. Σε αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκονται τα πράγματα σήμερα.
Η ΕΠΙΤΑΓΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Ελπίζω να είναι ξεκάθαρες οι αντιστοιχίες μεταξύ της ιστορίας αυτής και της πραγματικής οικονομίας. Εξαιτίας του τόκου, σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή το χρέος είναι πάντα περισσότερο από το χρήμα σε κυκλοφορία. Για να δημιουργήσουμε νέο χρήμα και να δώσουμε τροφή στο σύστημα, πρέπει να εκτρέφουμε ολοένα και περισσότερα κοτόπουλα – με άλλα λόγια, πρέπει να δημιουργήσουμε περισσότερα «προϊόντα και υπηρεσίες». Ο κυριότερος τρόπος για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι με την πώληση εκείνου που κάποτε ήταν δωρεάν. Με τη μετατροπή των δασών σε ξυλεία, της μουσικής σε προϊόν, των ιδεών σε πνευματική ιδιοκτησία, της κοινωνικής αλληλοβοήθειας σε εκχρηματισμένες υπηρεσίες. Με τη βοήθεια της τεχνολογίας, η εμπορευματοποίηση των μέχρι πρότινος μη εκχρηματισμένων αγαθών και υπηρεσιών έχει ενταθεί τους τελευταίους αιώνες, φτάνοντας στο σημείο σήμερα να υπάρχουν ελάχιστα πράγματα εκτός του εκχρηματισμένου πεδίου. Η τεράστια παρακαταθήκη των κοινών αγαθών, είτε πρόκειται για τη γη ή τον πολιτισμό, έχει περιφραχτεί και πουληθεί – μόνο και μόνο για να ακολουθήσει τον ρυθμό της εκθετικής αύξησης του χρήματος. Αυτός είναι και ο λόγος που μετατρέπουμε τα δάση σε ξυλεία, τα τραγούδια σε πνευματική ιδιοκτησία, και ούτω καθεξής. Είναι ο λόγος για τον οποίο τα δύο τρίτα των γευμάτων που καταναλώνουμε προετοιμάζονται εκτός της οικίας. Είναι ο λόγος για τον οποίο οι παραδοσιακές θεραπείες βοτάνων παραχωρούν τη θέση τους στα φαρμακευτικά προϊόντα, γιατί η φύλαξη παιδιών έχει γίνει εκχρηματισμένη υπηρεσία, γιατί η κατανάλωση νερού κατέχει την πρώτη θέση ως προς τον ρυθμό ανάπτυξης στις πωλήσεις ποτών. Η επιταγή της αδιάλειπτης ανάπτυξης που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του χρήματος που έχει ως βάση τον τόκο είναι αυτό που οδηγεί στην αδιάκοπη μετατροπή της ζωής, του κόσμου και του πνεύματος σε χρήμα. Ολοκληρώνοντας τον φαύλο κύκλο, όσο περισσότερη ζωή μετατρέπουμε σε χρήμα, τόσο περισσότερο χρειαζόμαστε το χρήμα για να ζήσουμε. Η τοκογλυφία, όχι το χρήμα, είναι η παροιμιώδης πηγή του κακού. Ας εξετάσουμε το πως αυτό συμβαίνει μπαίνοντας στις λεπτομέρειες. Όπως ο άντρας με το καπέλο, μία τράπεζα ή ένας οποιοσδήποτε άλλος δανειστής θα συμφωνήσει να σας δανείσει χρήματα μόνο εφόσον πιστεύει ότι θα είστε σε θέση να τον ξεπληρώσετε. Η προσδοκία αυτή μπορεί να βασίζεται στην προσδοκία μελλοντικών εσόδων, σε κάποια εμπράγματη εγγύηση ή σε μία υψηλή πιστοληπτική αξιολόγηση. Οι σοβαρές συνέπειες αθέτησης της δανειακής σύμβασης επιβάλλουν την εκπλήρωση αυτής της προσδοκίας. Η εξόφληση ενός δανείου δεν εξαρτάται μόνο από την ικανότητα εξόφλησής του, αλλά και από διάφορες μορφές κοινωνικών, οικονομικών και νομικών πιέσεων. Τα δικαστήρια μπορούν να δώσουν εντολή κατάσχεσης περιουσίας για την τήρηση μιας δανειακής σύμβασης, και παρόλο που δεν υπάρχουν πλέον φυλακές για οφειλέτες στις ΗΠΑ(2), οι εκπρόθεσμοι οφειλέτες υπομένουν ατέλειωτες παρενοχλήσεις από εισπρακτικές εταιρίες, καθώς και την άρνηση εκμίσθωσης στέγης, πρόσληψης, κ.ο.κ. Πολλοί άνθρωποι επίσης αισθάνονται μία ηθική υποχρέωση να εξοφλήσουν τα χρέη τους. Αυτό είναι φυσιολογικό: με τον ίδιο τρόπο σε οικονομίες δώρων, εκείνοι που λαμβάνουν δέχονται κοινωνικές και ηθικές πιέσεις να συνεισφέρουν με τη σειρά τους. Το χρήμα για την αποπληρωμή του κεφαλαίου και του τόκου προέρχεται από την πώληση αγαθών και υπηρεσιών ή μπορεί να προέλθει από περαιτέρω δανεισμό. Κάθε φορά που ξοδεύουμε χρήματα, επί της ουσίας εγγυόμαστε ότι «Έχουμε παράσχει μία υπηρεσία ή προσφέρει ένα προϊόν με αξία ίση με το ποσόν που ξοδεύουμε» Κάθε φορά που δανειζόμαστε χρήματα, λέμε ότι θα προσφέρουμε ισοδύναμη αξία σε προϊόν/υπηρεσία στο μέλλον. Θεωρητικά, αυτό θα έπρεπε να ωφελεί τους πάντες γιατί επιτρέπει τη σύνδεση δώρων και αναγκών όχι μόνο μεταξύ διαφορετικών γεωγραφικών τοποθεσιών και επαγγελμάτων, αλλά μεταξύ διαφορετικών στιγμών στον χρόνο. Το χρήμα που βασίζεται στην πίστωση οδηγεί στην ανταλλαγή αγαθών σήμερα για αγαθά στο μέλλον. Αυτό δεν αντιβαίνει στις αρχές της οικονομίας του δώρου. Λαμβάνω τώρα, δίνω αργότερα. Τα προβλήματα αρχίζουν με τον τόκο. Επειδή το έντοκο χρέος πάντα συνοδεύει την έκδοση χρήματος, σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή, η ποσότητα του χρέους υπερβαίνει την ποσότητα του χρήματος. Η ανεπάρκεια του χρήματος μας οδηγεί σε ανταγωνισμό μεταξύ μας και μας δένει εξ ορισμού με μία κατάσταση διαρκούς έλλειψης. Είναι σαν το παιχνίδι «μουσικές καρέκλες», όπου ποτέ δεν υπάρχουν αρκετές θέσεις για να αισθανθούν ασφαλείς οι παίχτες. Η πίεση του χρέους αποτελεί ενεργό συστατικό του συστήματος. Ενώ κάποιοι μπορεί να εξοφλούν τα χρέη τους, στο σύνολό του, το σύστημα απαιτεί μία γενικευμένη και αυξανόμενη κατάσταση χρέους. Η διαρκής πίεση του χρέους συνεπάγεται ότι πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι με ανασφάλεια ή απεγνωσμένοι άνθρωποι με πρόβλημα επιβίωσης, πρόθυμοι να κόψουν το τελευταίο δάσος, να ψαρέψουν τελευταίο ψάρι, να πουλήσουν αθλητικά παπούτσια, να εκποιήσουν οτιδήποτε απομένει από το κοινωνικό, φυσικό, πολιτιστικό ή πνευματικό κεφάλαιο. Ουδέποτε θα υπάρξει στιγμή που θα έχουμε «επάρκεια», γιατί ένα έντοκο σύστημα χρέους αφενός μεταθέτει τις αγορές του αύριο στο σήμερα και αφετέρου έχει ως προϋπόθεση την αγορά ακόμα περισσοτέρων αγαθών στο μέλλον εξαιτίας του τόκου. Για να εξυπηρετηθεί το χρέος ή απλούστατα για την απλή επιβίωση, είτε πρέπει να αφαιρέσουμε υφιστάμενο πλούτο από κάποιον άλλο (εξ ου και ο ανταγωνισμός) ή πρέπει να δημιουργήσουμε «νέο» πλούτο αντλώντας από τα κοινά. Θα παραθέσω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα για να δούμε πως λειτουργεί αυτός ο μηχανισμός. Ας υποθέσουμε ότι πηγαίνετε στην τράπεζα και λέτε, «Αγαπητέ κ. Τραπεζίτη, θα ήθελα ένα δάνειο ενός εκατομμυρίου δολαρίων για να αγοράσω ένα δάσος και να το προστατέψω από την υλοτόμηση. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα έχω έσοδα από το δάσος, οπότε δεν θα είμαι σε θέση να εξοφλήσω τον τόκο. Αλλά αν χρειαστεί να επιστρέψω το κεφάλαιο, θα μπορώ ανά πάσα στιγμή να πουλήσω το δάσος και να σας επιστρέψω το ένα εκατομμύριο.» Δυστυχώς, ο τραπεζίτης θα αρνηθεί την πρόταση, ακόμα κι αν βαθιά μέσα του επιθυμεί να την αποδεχτεί. Απεναντίας, αν πάτε στην τράπεζα και πείτε, «χρειάζομαι ένα εκατομμύριο δολάρια για να αγοράσω ένα δάσος, να εκμισθώσω εξοπλισμό, να κόψω όλα τα δέντρα και να πουλήσω την ξυλεία για 2 εκατομμύρια δολάρια, με τα οποία θα σας πληρώσω 12 τοις εκατό τόκο, θα αποπληρώσω το κεφάλαιο και θα μου μείνει ένα σημαντικό κέρδος» τότε ένας νοήμων τραπεζίτης θα εγκρίνει το συγκεκριμένο δάνειο. Στην πρώτη περίπτωση δεν δημιουργούνται νέα αγαθά και υπηρεσίες οπότε δεν διατίθενται τα χρήματα. Το χρήμα πηγαίνει σε εκείνους που θα δημιουργήσουν νέα αγαθά και υπηρεσίες. Για αυτό και υπάρχουν τόσες δουλειές που σχετίζονται με τη μετατροπή του φυσικού και κοινωνικού κεφαλαίου σε χρήμα, σε αντίθεση με τις ελάχιστες δουλειές για την ανάκτηση των κοινών και την προστασία των φυσικών και πολιτιστικών θησαυρών. Γενικά, η διαρκής πίεση στους δανειζόμενους να παρέχουν αγαθά και υπηρεσίες είναι μία οργανική πίεση που αποσκοπεί στην οικονομική ανάπτυξη (που προσδιορίζεται ως αύξηση στο σύνολο των αγαθών και υπηρεσιών που ανταλλάσσονται για χρήματα). Ας το δούμε και από μία άλλη οπτική γωνία: επειδή το χρέος πάντα υπερβαίνει την προσφορά χρήματος, η δημιουργία νέου χρήματος προϋποθέτει μία ακόμα μεγαλύτερη ανάγκη για χρήμα στο μέλλον. Το χρήμα σε κυκλοφορία πρέπει να αυξάνεται στο πέρασμα του χρόνου· το νέο χρήμα κατανέμεται σε εκείνους που θα παραγάγουν αγαθά και υπηρεσίες· άρα, το σύνολο των αγαθών και των υπηρεσιών οφείλει κι εκείνο να αυξάνεται καθώς κυλά ο χρόνος.
Άρα, δεν είναι μόνο αυτός η φαινομενικά απεριόριστος χαρακτήρας του χρήματος, που παρατηρήθηκε για πρώτη φορά στην Αρχαία Ελλάδα, που μας οδηγεί στο να πιστεύουμε στη δυνατότητα μιας ανάπτυξης εις το διηνεκές. Στην πραγματικότητα, το χρηματικό μας σύστημα επιβάλλει και τροφοδοτεί αυτή την αναπτυξιακή γιγάντωση. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι θεωρούν ότι αυτή η εγγενής αναπτυξιακή πίεση είναι κάτι θετικό. Υποστηρίζουν ότι δημιουργεί ένα κίνητρο για την καινοτομία, την πρόοδο, την κάλυψη περισσότερων αναγκών με μία αυξανόμενη αποδοτικότητα. Μία οικονομία που βασίζεται στον τόκο είναι θεμελιωδώς και αναπόδραστα μία οικονομία αναπτυξιακής γιγάντωσης, και με εξαίρεση κάποιους περιθωριακούς οικονομολόγους με πολύ ριζοσπαστικές απόψεις, οι περισσότεροι οικονομολόγοι και πιθανότατα όλοι οι φορείς χάραξης πολιτικής αντιλαμβάνονται την αναπτυξιακή γιγάντωση ως απόδειξη επιτυχίας. Ολόκληρο το σύστημα του έντοκου χρήματος δουλεύει μια χαρά αρκεί ο όγκος αγαθών και υπηρεσιών που ανταλλάσσονται για χρήματα να ακολουθεί το ρυθμό αύξησης του έντοκου χρέους. Αλλά τι γίνεται ότι αυτό δεν συμβαίνει; Τι συμβαίνει με άλλα λόγια, όταν ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης είναι χαμηλότερος από το επιτόκιο; Όπως και οι άνθρωποι στην παραβολή, είναι κάτι που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας σε έναν κόσμο που δείχνει να φτάνει στα όρια της ανάπτυξης.
|